Μικρότερες απώλειες συγκριτικά με άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας κατέγραψε το 2020 ο κλάδος των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ενώ στον τομέα των ταχυδρομικών υπηρεσιών παρουσιάζεται συνολικά μικρή άνοδο.
Οι ιδιαίτερες συνθήκες που επικράτησαν, λόγω της πανδημίας Covid-19 και των περιοριστικών μέτρων που εφαρμόστηκαν, επηρέασαν αρνητικά την ελληνική οικονομία πέρυσι, όπως καταγράφεται στην Επισκόπηση Αγορών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών για το 2020, που δημοσιοποίησε η ΕΕΤΤ.
Αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών
- To 2020 οι απαιτήσεις όσον αφορά την ποιότητα και τη χωρητικότητα των δικτύων ήταν ιδιαίτερα μεγάλες για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ο οποίος κλήθηκε να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες επικοινωνίας (φωνή και δεδομένα) καταναλωτών και επιχειρήσεων.
- Ο κύκλος εργασιών του κλάδου μειώθηκε στα 4,8 δισ. ευρώ (-3,4%) σε σχέση με το 2019, με τα έσοδα από τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες να καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο ποσοστό (86,8%). Η συμβολή του κύκλου εργασιών του κλάδου στο ΑΕΠ της Ελλάδας κυμάνθηκε στο 2,9%.
- Οι επενδύσεις των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών αυξήθηκαν κατά 38%, γεγονός που αποδίδεται κυρίως στη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων στις ζώνες 700 MHz, 2 GHz, 3400-3800 MHz και 26 GHz, με σκοπό την ανάπτυξη δικτύων κινητών επικοινωνιών 5ης γενιάς (5G).
- Οι γραμμές σταθερής τηλεφωνίας ανήλθαν σε 4.859.182, με τη διείσδυση να φθάνει στο 45,3% επί του πληθυσμού. Παράλληλα, η κίνηση σταθερής τηλεφωνίας σημείωσε αύξηση κατά 8,7%, κυρίως λόγω της σημαντικής αύξησης της διάρκειας των εθνικών κλήσεων προς σταθερά και κινητά τηλέφωνα.
Οι συνδέσεις κινητής τηλεφωνίας
- Οι ενεργές συνδέσεις κινητής τηλεφωνίας ανήλθαν σε 11,4 εκατ., παρουσιάζοντας μείωση 4,1% σε σχέση με το 2019.
- Η χρήση των δικτύων κινητών επικοινωνιών χαρακτηρίστηκε από την εντυπωσιακή άνοδο κατά 68% στη χρήση υπηρεσίας δεδομένων, φθάνοντας τα 379 εκατ. GΒ έναντι των 225 εκατ. GΒ το 2019, καθώς και την αύξηση των λεπτών ομιλίας εντός της Ελλάδας κατά 6,3%. Αντίθετα, ο συνολικός αριθμός των σύντομων γραπτών μηνυμάτων (SMS) μειώθηκε κατά 6,1%.
- Οι σταθερές ευρυζωνικές συνδέσεις έφτασαν τις 4.270.473 γραμμές, παρουσιάζοντας ετήσια αύξηση 4%. Σημειώνεται ότι, η διείσδυση της σταθερής ευρυζωνικότητας στον πληθυσμό έφτασε στο 39,8%. Σε σύγκριση με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), και σύμφωνα με στοιχεία που αφορούν τον Ιούνιο του 2020, η διείσδυση της σταθερής ευρυζωνικότητας κυμάνθηκε στην Ελλάδα στο 38,9% και στην ΕΕ στο 35,9%.
- Σε αντίθεση με τη σταθερή ευρυζωνικότητα, η διείσδυση της κινητής ευρυζωνικότητας στην Ελλάδα ήταν 85,3% (Ιούνιος 2020), κατατάσσοντας τη χώρα μεταξύ των τελευταίων δέκα κρατών μελών της ΕΕ.
- Η ευρυζωνική κάλυψη δικτύων νέας γενιάς (NGA), έφτασε το 86,7% των νοικοκυριών εντός του 2020 έναντι 80,6% στα μέσα του 2019, πλησιάζοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (87,2%).
- Συνεχίστηκε η αύξηση της διείσδυσης των συνδυαστικών/δεσμοποιημένων προσφορών, οι οποίες, στο τέλος του έτους, ξεπέρασαν τα 4,28 εκατ. Ο πιο δημοφιλής τύπος συνδυαστικής προσφοράς παρέμεινε αυτός της σταθερής τηλεφωνίας και σταθερής ευρυζωνικής πρόσβασης (περίπου 2,2 εκατ. συνδρομές).
Αγορά ταχυδρομικών υπηρεσιών
- Ο κύκλος εργασιών των ταχυδρομικών επιχειρήσεων παρουσίασε άνοδο, καθώς διαμορφώθηκε σε 645 εκατ. ευρώ, έναντι 637 εκατ. το 2019, σύμφωνα με την ΕΕΤΤ. Η πανδημία Cοvid-19 προκάλεσε αλματώδη αύξηση στη ζήτηση υπηρεσιών ταχυμεταφορών, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις με Γενική Άδεια να βελτιώσουν κατά 17% τον κύκλο εργασιών τους, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Αντίθετα, ο κύκλος εργασιών του Φορέα Παροχής Καθολικής Υπηρεσίας (ΦΠΚΥ) παρουσίασε πτώση κατά 15%, γεγονός που αποδίδεται, μεταξύ άλλων, στους περιορισμούς που επέφερε η πανδημία στις συναλλαγές με φυσική παρουσία και στις διεθνείς μεταφορές.
- Τα έσοδα της ελληνικής ταχυδρομικής αγοράς παρουσίασαν αύξηση κατά 5,8% σε σχέση με το 2019, φθάνοντας τα 596,5 εκατ. ευρώ, προερχόμενα από τη διακίνηση 328,7 εκατ. αντικειμένων, μειωμένων κατά 5,1% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Tο μερίδιο εσόδων του ΦΠΚΥ στη συνολική αγορά μειώθηκε στο 25,1% από 30,9% το 2019, ενώ παράλληλα, αυξήθηκε το μερίδιο των επιχειρήσεων ταχυμεταφορών στο 71,8% από 65,4% την προηγούμενη χρονιά. Το μερίδιο των επιχειρήσεων με Ειδική Άδεια παρουσίασε μείωση στο 3,1% από 3,7% το 2019.
- Το μερίδιο των δεμάτων-μικροδεμάτων σημείωσε αύξηση στο σύνολο του πλήθους αλλά και των εσόδων των διακινούμενων ταχυδρομικών αντικειμένων, φθάνοντας το 21,9% και το 56,8%, αντίστοιχα.
Διακίνηση ταχυδρομικών αντικειμένων
- Η διακίνηση ταχυδρομικών αντικειμένων εντός της χώρας (89%) απέφερε το μεγαλύτερο ποσοστό των εσόδων της ελληνικής ταχυδρομικής αγοράς (67%). Το μεγαλύτερο μέρος των ταχυδρομικών αντικειμένων διακινήθηκε από την Αττική (72%) και τη Μακεδονία (12%) προς το εσωτερικό και το εξωτερικό.
- Στην αγορά της Καθολικής Υπηρεσίας (ΚΥ), πέραν του ΦΠΚΥ, δραστηριοποιήθηκαν εννέα επιχειρήσεις με Ειδική Άδεια, οι οποίες διακίνησαν το 21% των ταχυδρομικών αντικειμένων της αγοράς ΚΥ και απέφεραν το 11% των εσόδων της. Οι φάκελοι ήταν αναμφισβήτητα το κυρίαρχο αντικείμενο στην αγορά της ΚΥ, καθώς αποτέλεσαν το 91,4% των διακινούμενων αντικειμένων και απέφεραν το 82,7% των εσόδων της.
- Στην αγορά των ταχυμεταφορών εισήλθαν 75 νέες επιχειρήσεις, διαμορφώνοντας το σύνολο των επιχειρήσεων με Γενική Άδεια σε 591. Οι επιχειρήσεις ταχυμεταφορών διακίνησαν φακέλους σε ποσοστό 34% και δέματα-μικροδέματα σε ποσοστό 66% του πλήθους των αντικειμένων. Οι φάκελοι απέφεραν στις επιχειρήσεις με Γενική Άδεια εμφανώς λιγότερα έσοδα (26%) από ό,τι τα δέματα-μικροδέματα (74%).