Τα social media βλάπτουν σοβαρά τη δημοκρατία; Ίσως-Το 48% των Ευρωπαίων αλληλεπιδρά πολιτικά μέσω του Διαδικτύου.
- της Νατάσας Φραγκούλη
Πριν από περίπου έναν χρόνο ο διάσημος κωμικός Σάσα Μπάρον Κόεν (Dictator, Borat), ένας άνθρωπος με βαθιά πολιτική αντίληψη, είχε κάνει μια ομιλία που προκάλεσε αίσθηση. Αντικείμενό της η απειλή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για τη δημοκρατία.
Ο δαιμόνιος κωμικός είχε επισημάνει τότε ότι τα κοινωνικά δίκτυα, παρά τα πολλά τους οφέλη, καλλιεργούν ταυτόχρονα το πιο εύφορο έδαφος για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, για τη ρητορική μίσους και την πολιτική χειραγώγηση.
Με τον διάσημο κωμικό φαίνεται ότι συντάσσονται οι συντάκτες έκθεσης του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Κομισιόν, με τίτλο «Τεχνολογία και Δημοκρατία». Στις 175 σελίδες της έκθεσης, το Κέντρο διερευνά την επιρροή των διαδικτυακών τεχνολογιών στην πολιτική συμπεριφορά και λήψη αποφάσεων.
Η έρευνα καταλήγει στο ίδιο πάνω-κάτω συμπέρασμα με τον Κοέν: τα social media χρησιμοποιούνται και για τη διάδοση μηνυμάτων πόλωσης και παραπλανητικών πληροφοριών. Αυτό το γεγονός μπορεί να αποβεί σε βάρος της ικανότητάς μας να λαμβάνουμε τεκμηριωμένες πολιτικές αποφάσεις.
Σήμερα σχεδόν ένας στους δύο Ευρωπαίους (48%) χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθημερινά και αλληλεπιδρά πολιτικά στο Διαδίκτυο. Την ίδια στιγμή, «οι διαδικτυακές πλατφόρμες υπόκεινται σε περιορισμένη δημόσια εποπτεία και δημοκρατική διακυβέρνηση, γεγονός που έχει δυνητικά τεράστιο αντίκτυπο στις κοινωνίες» διαπιστώνει η έκθεση.
«Οικονομία προσοχής»
Η μελέτη εντοπίζει τέσσερα σημεία πίεσης όταν αλληλεπιδρούν άνθρωποι και διαδικτυακά συστήματα: η λεγόμενη «οικονομία προσοχής», αυτό που ονομάζουν «αρχιτεκτονικές επιλογής», η «αλγοριθμική επιμέλεια περιεχομένου» και η παραπληροφόρηση.
Όταν είμαστε στο Διαδίκτυο, η προσοχή και η αφοσίωσή μας πωλούνται ως προϊόντα σε διαφημιζόμενους. Αυτή είναι η «οικονομία προσοχής». «Οι ιδιωτικοί οργανισμοί, που παρέχουν τις διαδικτυακές υπηρεσίες, έχουν γίνει πολύ έμπειροι στη λήψη και διατήρηση αυτής της προσοχής. Σε βαθμό που οι πολιτικές απόψεις μας μπορούν να διαμορφωθούν χωρίς να συνειδητοποιήσουμε τι κρύβεται πίσω από αυτήν την επιρροή» αναφέρει η μελέτη.
Το δεύτερο σημείο πίεσης, που ασκούν τα social media, είναι οι «αρχιτεκτονικές επιλογής». Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κατά τους ερευνητές, χρησιμοποιούν διάφορες τεχνικές συμπεριφοράς, για να ενθαρρύνουν τους χρήστες να αλληλεπιδρούν συνεχώς και να μοιράζονται δεδομένα, με ρυθμίσεις και επιλογές που καθιστούν πολύ πιο περίπλοκη την έξοδο από μια πλατφόρμα παρά την εγγραφή σε αυτή.
«Οι διαδικτυακοί χρήστες γενικά δεν γνωρίζουν ποια δεδομένα παράγουν και παρέχουν σε άλλους, καθώς και πώς συλλέγονται και αποθηκεύονται αυτά τα δεδομένα, όταν εκτελούν βασικές εργασίες στο Διαδίκτυο» σημειώνεται.
Ο γρίφος των αλγορίθμων
Το τρίτο σημείο πίεσης σχετίζεται με την «αλγοριθμική επιμέλεια περιεχομένου». Οι αλγόριθμοι, οι οποίοι ταξινομούν και επιλέγουν τις πληροφορίες που βλέπουμε στο Διαδίκτυο, είναι τόσο περίπλοκοι, ώστε ακόμη και οι προγραμματιστές δυσκολεύονται να τους εξηγήσουν.
«Οι αλγόριθμοι αυτοί είναι συχνά αδιαφανείς και δυσνόητοι, και μπορεί να ενθαρρύνουν τον πολωμένο λόγο ή να μην μας επιτρέπουν να λαμβάνουμε αξιόπιστες πληροφορίες» αναφέρει η σχετική έκθεση. Για παράδειγμα, το YouTube ισχυρίζεται ότι ο αλγόριθμος που προτείνει βίντεο, ο οποίος επιλέγει αυτόματα βίντεο, που πιστεύει ότι θα ενδιαφέρει ένας χρήστης, είναι υπεύθυνος για το 70% του χρόνου προβολής στον ιστότοπο.
«Ο αλγόριθμος του Facebook, αναλύοντας μόνο 300 επισημάνσεις ‘μου αρέσει’, μπορεί να προβλέψει την προσωπικότητα ενός χρήστη με μεγαλύτερη ακρίβεια από τον σύζυγό του. Αυτό δημιουργεί ανησυχίες σχετικά με τη ‘μικρο-στόχευση’: εξαιρετικά εξατομικευμένες διαφημίσεις, πολικές και μη, που απευθύνονται σε χρήστες με βάση τη δική τους προσωπικότητα.
Εάν χρησιμοποιείται πολιτικά, η μικρο-στόχευση έχει σημαντικές δυνατότητες να υπονομεύσει τον δημοκρατικό λόγο – ένα θεμέλιο δημοκρατικής επιλογής» καταλήγουν οι συντάκτες της έκθεσης. Ταυτόχρονα, σε πλατφόρμες όπως το Twitter, το Reddit και το Facebook, οι αλγόριθμοι δίνουν προτεραιότητα σε περιεχόμενο, που έχει ή αναμένεται να έχει υψηλό επίπεδο αφοσίωσης.
Ο κίνδυνος είναι η υπερβολική έκθεση του πολωτικού και αμφιλεγόμενου περιεχομένου και η υπερβολική έκθεση σε λιγότερο συναισθηματικό, αλλά πιο ενημερωτικό περιεχόμενο.
Fake news
Το τελικό σημείο πίεσης αφορά την παραπληροφόρηση. Πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρόμετρου σε όλες τις χώρες της ΕΕ αποκάλυψε ότι πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού δηλώνει ότι συναντά ψεύτικες ειδήσεις στο Διαδίκτυο τουλάχιστον μία φορά.
Η συμπεριφορική επιστήμη δείχνει ότι οι άνθρωποι έχουν προδιάθεση να προσανατολίζονται προς τις αρνητικές ειδήσεις. Όταν συνδυάζονται με αλγόριθμους που προωθούν περιεχόμενο με υψηλό επίπεδο αφοσίωσης, οι διαδικτυακές πλατφόρμες μπορούν εύκολα να ενισχύσουν την πρόσβαση σε ψευδείς και παραπλανητικές πληροφορίες.
Αυτό είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο, “όταν οι ψευδείς και παραπλανητικές πληροφορίες έχουν τη δυνατότητα να καθορίσουν την πολιτική ατζέντα, να ενθαρρύνουν τον εξτρεμισμό και τελικά να οδηγήσουν σε έναν κόσμο «μετά την αλήθεια», στον οποίο τα γεγονότα επηρεάζουν λιγότερο τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης από το συναίσθημα και την προσωπική πεποίθηση” καταλήγει η μελέτη.