Σε ψηφιακό σκοτάδι παραμένει ένα μεγάλο τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού, το οποίο στερείται της πρόσβασης στο Διαδίκτυο, εξαιτίας του υψηλού κόστους χρέωσης για την παροχή υπηρεσιών σύνδεσης. Η παγκόσμια υγειονομική κρίση του COVID-19 υπογράμμισε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τις συνέπειες που υφίσταται ο πληθυσμός, ο οποίος βρίσκεται εκτός σύνδεσης, στερούμενος βασικών υπηρεσιών, κρίσιμων για την καθημερινή διαβίωση, αλλά και την ίδια τη ζωή.
Σύμφωνα με έρευνα του Capgemini Research Institute, την οποία δημοσιοποίησε ο ΣΕΠΕ, σχεδόν το 40% των ατόμων που δεν έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ το Internet λόγω κόστους. Η πολυπλοκότητα της χρήσης του Διαδικτύου (36%) και η «έλλειψη ενδιαφέροντος» που απορρέει από το φόβο (38%) αναφέρθηκαν επίσης ως κύριες αιτίες μη χρήσης του Internet από ορισμένα τμήματα του πληθυσμού που βρίσκεται offline.
Η έρευνα δείχνει ότι η πρόσβαση στο Διαδίκτυο συνδέεται στενά και με το εισόδημα, αφού από τους πολίτες που βρίσκονται offline το 69% ζει σε συνθήκες φτώχειας. Στο μεταξύ, σχεδόν ένας στους δύο πολίτες (48%), που βρίσκεται εκτός σύνδεσης, δηλώνει ότι θα ήθελε να έχει πρόσβαση στο Internet.
Η έρευνα (The Great Digital Divide: Why bringing the digitally excluded online should be a global priority) υπογραμμίζει ότι ο ψηφιακός αποκλεισμός στερεί τους πολίτες, παγκοσμίως, από μια σειρά ενεργειών, που θα ήταν χρήσιμες για τη ζωή τους. Κάποιος που βρίσκεται offline, για παράδειγμα, στερείται της πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες ψηφιακής διακυβέρνησης.
Επίσης, το να βρίσκεται κανείς αποκομμένος από το Διαδίκτυο μπορεί να οδηγήσει σε αισθήματα απομόνωσης, ανεπάρκειας ή μοναξιάς: Το 46% των ερωτηθέντων που βρίσκεται εκτός σύνδεσης δήλωσε ότι θα αισθανόταν πιο συνδεδεμένο με φίλους και συγγενείς αν είχε πρόσβαση στο Internet.
Επαγγελματική εξέλιξη
Στο μεταξύ, το να βρίσκεται κανείς αποκομμένος από το Διαδίκτυο περιορίζει επίσης την προοπτική εξέλιξης της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας. Η δυσκολία στην υποβολή online αιτήσεων για την εύρεση εργασίας και η έλλειψη πρόσβασης σε διαδικτυακά εργαλεία μάθησης και εκπαίδευσης μπορούν να κάνουν την εξέλιξη της σταδιοδρομίας ακόμη πιο δύσκολη.
Το 44% των ερωτηθέντων, που βρίσκονται εκτός σύνδεσης, πιστεύει ότι θα μπορούσε να βρει καλύτερες θέσεις εργασίας εάν είχε πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Συνολικά, το 29% των ερωτηθέντων, που βρίσκεται εκτός σύνδεσης, επιθυμεί να αναζητήσει και να υποβάλει ηλεκτρονικά αίτηση για εργασία, ποσοστό που αυξάνεται στο 41% για τις ηλικίας 22 έως 36 ετών.
Στο μεταξύ, το ψηφιακό χάσμα δεν αφορά μόνο την πρόσβαση στην εργασία, αλλά και τη βελτίωση των δεξιοτήτων. Βελτιώνοντας τις διαδικτυακές δεξιότητές τους, οι ερωτηθέντες δήλωσαν ότι θα μπορούσαν να εκπαιδευτούν καλύτερα και να βρουν μια καλύτερη δουλειά (35%), να δώσουν στα παιδιά τους περισσότερες ευκαιρίες (34%) και να λαμβάνουν δημόσια οφέλη που δεν έχουν επί του παρόντος (32%.)