Στα έδρανα της Βουλής μεταφέρθηκε η… κόντρα μεταξύ Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων και της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τις χρεώσεις στην κινητή τηλεφωνία. Το debate μεταξύ των δύο ανεξάρτητων αρχών συνεχίζεται και το… μάρμαρο δεν είναι εντέλει εάν οι τιμές είναι ακριβές, αλλά ποιος θα έχει την εξουσία των ελέγχων στην αγορά.
Η ΕΕΤΤ κλήθηκε να απαντήσει για τις χρεώσεις μετά από σχετική ερώτηση που κατέθεσε ο βουλευτής Μάξιμος Χαρακόπουλος, αμφισβητώντας για άλλη μια φορά τα συμπεράσματα της μελέτης της Rewhwell, η οποία όχι μόνο υποστήριζε ότι οι τιμές είναι ακριβές και δη οι ακριβότερες στην Ευρώπη σε ο,τι αφορά στα πακέτα δεδομένων (data), αλλά ότι ουσιαστικά δεν λειτουργεί ο ανταγωνισμός στην αγορά.
«Αρκετά από τα συμπεράσματα της μελέτης που παρατίθενται, έχουν ήδη αναφερθεί από την ΕΕΤΤ στην ετήσια έκθεση επισκόπησης των αγορών, όπως άλλωστε μνημονεύεται και εντός της μελέτης, καθώς και από την ΕΕ στις ετήσιες έρευνες για το κόστος της κινητής ευρυζωνικότητας, των οποίων την υλοποίηση παρακολουθεί η ΕΕΤΤ, επιχειρώντας να διασφαλίσει την εγκυρότητα των στοιχείων που αφορούν στην Ελλάδα», αναφέρει.
«Ειδικότερα, η μελέτη αναφέρεται στην τελευταία δημοσιευμένη έρευνα της ΕΕ που βασίζεται σε τιμές Φεβρουάριου 2019. Ωστόσο, η συγκεκριμένη μελέτη φαίνεται να εστιάζει στα προγράμματα συμβολαίου για οικιακούς πελάτες. Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (31-12-2019), αυτά αφορούν περί του 26% των συνδρομητών κινητής στην Ελλάδα και δη, όσων εξ αυτών έχουν ανάγκη για μεγάλο όγκο δεδομένων και πολλά λεπτά ομιλίας. Επομένως, τα όποια συμπεράσματά της δεν αφορούν, κατ’ ανάγκη, στο υπόλοιπο 74% των συνδρομητών καθώς και σε όσους οικιακούς συνδρομητές συμβολαίου δεν έχουν τις παραπάνω απαιτήσεις χρήσης όγκου δεδομένων και λεπτών ομιλίας. Τέλος, στο σκέλος των διαπιστώσεων κατάταξης της χώρας, εκκρεμεί η επιβεβαίωση ή μη της ισχύος τους από τη νέα, υπό δημοσίευση έρευνα της ΕΕ. Σημειώνεται, όμως, ότι καθώς η τιμοληψία για τη συγκεκριμένη έρευνα αφορά στον Οκτώβριο του 2019, δεν αναμένονται σημαντικές διαφοροποιήσεις στην κατάταξη, τουλάχιστον στα “βαριά” προφίλ χρήσης».
Νέα δεδομένα
Αναφορικά με τη διαπίστωση ότι «Είναι η μόνη χώρα της ΕΕ και του ΟΟΣΑ όπου οι καταναλωτές δεν μπορούν να αγοράσουν GB δεδομένων σε προγράμματα 4G κινητής που περιλάμβαναν 1.000 λεπτά ομιλίας εντός Ελλάδας με προϋπολογισμό έως και 30€ τον μήνα», αναφέρουμε ότι δεν ισχύει. Ενδεικτικά, εδώ και μερικούς μήνες υπάρχει πρόγραμμα με 1.000 λεπτά ομιλίας, 1.000 SMS και 3 GB στα €27,95, ενσωματωμένου του τέλους συνδρομητών κινητής. Σημειώνεται επίσης ότι η υπόθεση αγοράς 1.000′ ομιλίας τον μήνα επί της οποίας επιχειρείται η άντληση συμπερασμάτων για τη χώρα και η σύγκρισή της με άλλες δεν συνάδει με τη μέση μηνιαία χρήση λεπτών ομιλίας στην Ελλάδα, ανερχόμενη το 2019 στα 283 λεπτά ομιλίας /μήνα για χρήστες συμβολαίου κινητής τηλεφωνίας ή 204 λεπτά ομιλίας/μήνα για όλους.
Παράλληλα για τη διαπίστωση ότι «Κατατάχθηκε ως η χώρα με τα λιγότερα gigabytes δεδομένων που θα μπορούσαν να αγοραστούν με €60 », η Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών αναφέρει ότι τους τελευταίους μήνες υπάρχει πρόγραμμα/προσφορά με €44,9 ,€στην οποία καταγράφεται ότι ο συνδρομητής προμηθεύεται 3.000′ προς σταθερά και κινητά, 3.000 SMS και απεριόριστη χρήση δεδομένων». Δηλαδή, στην Ελλάδα, με κόστος 44,9 , παρέχεται απεριόριστος όγκος δεδομένων. Απουσία του τέλους συνδρομητών κινητής στο συγκεκριμένο παράδειγμα εντάσσει αυτή τη λύση στην περιοχή των€ 40 .
Ακόμη, το μέσο μηνιαίο έσοδο ανά τύπο συνδρομητή κινητής ανέρχεται στα €6 ανά ενεργό συνδρομητή καρτοκινητής, στα €22 ανά συνδρομητή κινητής συμβολαίου και στα €12 ανά συνδρομητή κινητής, εν γένει. Τα μεγέθη αυτά προέρχονται από απολογιστικά στοιχεία της αγοράς για το 2019 και δεν συμπεριλαμβάνουν φόρους και τέλη. Ως εκ τούτου, διαπιστώνονται διαφορές μεταξύ των δαπανών που προκύπτουν από τις χρεώσεις βάσει ονομαστικών τιμών και αξιοποιούνται στις μελέτες σύγκρισης, με την πραγματική δαπάνη του συνδρομητή για τη χρήση υπηρεσιών κινητής. Κατ’ επέκταση τα όποια συμπεράσματα αυτών των μελετών πρέπει να αξιολογούνται υπό το πρίσμα αυτών των διαφορών μεταξύ ονομαστικών και πραγματικών χρεώσεων στην εγχώρια αγορά.
Τέλος, στο έγγραφο της ΕΕΤΤ αναφέρεται ότι σύμφωνα με της κοινοτικές οδηγίες δεν υπάρχει η δυνατότητα απευθείας παρέμβασης στις τιμές της αγοράς. «Δεν υπάρχει, επί του παρόντος, και η δυνατότητα επιβολής ρυθμιστικών μέτρων όπως π.χ. ενδεικτικά περιορισμός του ύψους των χρεώσεων, υποχρεώσεις ελέγχου τιμών και κοστοστρέφειας, κλπ.». Ωστόσο, σημειώνεται ότι οι υπό εξέλιξη και μελλοντικές ενέργειες της στρατηγικής της ΕΕΤΤ περιλαμβάνουν ένα μείγμα ρυθμιστικών παρεμβάσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις τελικές τιμές.
Διαβάστε ακόμη: Στα «χωράφια» της ΕΕΤΤ μπαίνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού