Πώς θα επηρεάσει η ψηφιακή μετάβαση την ελληνική αγορά εργασίας σύμφωνα με την «Έκθεση Πισσαρίδη»
Η μεγαλύτερη πρόκληση ως προς την ευρεία χρήση ψηφιακών τεχνολογιών στην Ελλάδα είναι οι συνέπειες για την εργασία. Οι ψηφιακές τεχνολογίες θα βελτιώσουν την παραγωγική λειτουργία, αλλά θα απαιτήσουν προσαρμογές των εργαζομένων σε διάφορους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.
Οι προσαρμογές αυτές μπορεί να είναι μια ουσιαστική αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων στις επιχειρήσεις όπου εργάζονται. Μπορεί όμως και να είναι μια μετακίνησή τους προς άλλους κλάδους της οικονομίας και απόκτηση των αντίστοιχων δεξιοτήτων.
Αυτό καταγράφει το «Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία» της επιτροπής Πισσαρίδη για το μέλλον της αγοράς εργασίας σε μια ψηφιοποιημένη οικονομία, σημειώνοντας ότι «είναι σημαντικό να υπάρχει μια ευέλικτη οικονομία και αγορά εργασίας που να διευκολύνει τις διαδικασίες αυτές».
Η συνδρομή του κράτους, π.χ. με προγράμματα αναβάθμισης δεξιοτήτων και καθοδήγησης σχετικά με τις διαρθρωτικές αλλαγές που επιφέρουν οι ψηφιακές τεχνολογίες, είναι επίσης σημαντική.
Η έκθεση Πισσαρίδη τονίζει ότι οι θέσεις εργασίας που σταδιακά αντικαθίστανται δεν περιορίζονται σε εργασίες χαμηλής εξειδίκευσης στον τομέα της μεταποίησης, αλλά επεκτείνονται στις υπηρεσίες, στις μεταφορές και σε εξειδικευμένες εργασίες.
Ο χαμηλότερος κίνδυνος αυτοματοποίησης παρατηρείται σε κλάδους που προσφέρουν κοινωνικές και προσωπικές υπηρεσίες, στην εκπαίδευση, την υγεία και τον πολιτισμο
Ήδη, η διείσδυση της ηλεκτρονικής και κινητής τραπεζικής (e-banking, m-banking), των ηλεκτρονικών πληρωμών και καινοτόμων χρηματοπιστωτικών εφαρμογών (fintech) έχει περιορίσει την απασχόληση στον τραπεζικό τομέα στις αναπτυγμένες χώρες. Στην Ελλάδα, η απασχόληση στον συγκεκριμένο τομέα υποχώρησε κατά 23,1% την περίοδο 2013-2018 (από 51,2 χιλ. σε 39,4 χιλ. εργαζόμενους), ενώ ακόμα εντονότερη είναι η πτώση σε άλλες χώρες, όπως η Ολλανδία (-25,1%). Μείωση της απασχόλησης στον τραπεζικό τομέα την τελευταία πενταετία παρατηρείται σε 21 από 27 χώρες της Ευρώπης.
Την ίδια περίοδο, η προστιθέμενη αξία που παράγει ο κλάδος στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 26,7% (από 4,6 δις. το 2013 σε 5,8 δις. ευρώ το 2018), με αποτέλεσμα η παραγωγικότητα σε όρους προστιθέμενης αξίας ανά εργαζόμενο να έχει εκτοξευτεί από 89 χιλ. το 2013 σε 147 χιλ. ευρώ το 2018.
Παρόμοιες εξελίξεις είναι πιθανό να προκύψουν και σε άλλους κλάδους που βασίζονται σε εργασία όπου αναμένεται αυτοματοποίηση. Εκτιμάται ότι 14%-20% των ενήλικων εργαζομένων στην ΕΕ αντιμετωπίζουν πολύ υψηλό κίνδυνο αυτοματοποίησης (άνω του 70% πιθανότητα αυτοματοποίησης), ενώ σε μόλις 12%-14% των εργαζομένων ο κίνδυνος αυτοματοποίησης είναι χαμηλότερος του 30%.
Ο χαμηλότερος κίνδυνος αυτοματοποίησης παρατηρείται σε κλάδους που προσφέρουν κοινωνικές και προσωπικές υπηρεσίες, στην εκπαίδευση, στην υγεία και σε κλάδους που παράγουν πολιτιστικά αγαθά (cultural industries).
Η Ελλάδα θα πρέπει επίσης να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό περιβάλλον και υποδομές για την ευρεία χρήση ψηφιακών τεχνολογιών. Σημαντικό βήμα σε αυτή την κατεύθυνση αποτελεί η κατάρτιση της εθνικής ψηφιακής στρατηγικής (Βίβλος Ψηφιακού Μετασχηματισμού) και η υλοποίηση των σχετικών προβλεπόμενων δράσεων. Επιπλέον, ένα καλό ψηφιακό περιβάλλον απαιτεί κορυφαία πανεπιστήμια, στενή συνεργασία μεταξύ πανεπιστημίων και μεγάλων εταιρειών, και υψηλού επιπέδου καταρτισμένο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Η συμβολή του κορωνοϊού
Ο ιός COVID-19 έχει δυνητικά κρίσιμο αντίκτυπο στις τεχνολογικές τάσεις που προαναφέρθηκαν. Ανακεφαλαιώνοντας, η ψηφιακή επανάσταση μετατοπίζει σταδιακά τους εργαζόμενους από αυτοματοποιημένες θέσεις εργασίας, ειδικά στη μεταποίηση, σε «ανθρώπινες θέσεις εργασίας» που περιλαμβάνουν ανθρώπινη αλληλεπίδραση, όπως υγεία και φροντίδα, φιλοξενία και ελεύθερος χρόνος, ο οποίος ξοδεύεται συνήθως σε κοινωνικές δραστηριότητες.
Σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία, η πανδημία φαίνεται να επιταχύνει τον αυτοματισμό: εταιρείες που εκτιμούσαν ότι θα αυτοματοποιήσουν ορισμένες διαδικασίες τα επόμενα χρόνια, προτίθενται να επιταχύνουν την αυτοματοποίηση μέσα στους επόμενους μήνες.
Από την άλλη πλευρά, γνωρίζουμε ότι οι θέσεις εργασίας των ανθρώπων είναι πιο αργές για να δημιουργηθούν (ή να αναδημιουργηθούν, δεδομένων των περιοριστικών μέτρων της κυκλοφορίας) από τον φόβο ότι μπορεί να υπάρξουν επόμενα κύματα της πανδημίας. Αυτό προκαλεί σοβαρά προβλήματα για τους εργαζόμενους, καθώς η απώλεια θέσεων εργασίας επιταχύνεται αλλά το κέρδος της εργασίας επιβραδύνεται.
Η μεγάλη πρόκληση της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης, καταλήγει η έκθεση, η μετάβαση των εργαζομένων σε τομείς της οικονομίας, καθίσταται πολύ πιο δύσκολη και τα προγράμματα για να τους βοηθήσουν σε αυτήν τη μετάβαση γίνονται πιο επείγοντα.
Δείτε ακόμη: Ελληνικές νεοφυείς επιχειρήσεις: Υπάρχουν μεν, αλλά…
Τα προβλήματα στις startups «φρενάρουν» τις μεσαίες επιχειρήσεις καινοτομίας